Der Fall Ö – Η περίπτωση του Οιδίποδα

Παραγωγή: Γερμανία/Ελλάδα - 1991

Διάρκεια: 95 λεπτά

Είδος: Δράμα

Βαθμολογία: * * *

Σκηνοθεσία: Rainer Simon                            

Πρωταγωνιστούν: Matthias Habich, Sebastian Hartmann,Τατιάνα Λύγαρη, Χρήστος Τσάγκας, Jan Josef Liefers, Klaus Pönitz, Herbert Sand, Γιώργος Μοσχίδης, Νίκος Παπακωνσταντίνου, Peter Zimmermann, Wilfried Loll, Jörg Simonides.

Υπόθεση: Ελλάδα 1944. Ο διοικητής ενός ορεινού γερμανικού φυλακίου κοντά στους Δελφούς (Ματίας Χάμπιχ), καθηγητής κλασικής φιλολογίας πριν τον πόλεμο, αποφασίζει να χρησιμοποιήσει τους άνδρες του για να γυρίσει μία ταινία 16 χιλιοστών με θέμα την ιστορία του Οιδίποδα. Ένας νεαρός γερμανός στρατιώτης (Σεμπάστιαν Χάρτμαν), αγρότης πριν τον πόλεμο, θα επιλεγεί για τον ρόλο του Οιδίποδα και μία όμορφη ελληνίδα ηθοποιός (Τατιάνα Λύγαρη) θα παίξει την Ιοκάστη.

Η συνεργασία Γερμανών και Ελλήνων στο γύρισμα είναι τόσο αρμονική που προκαλεί την οργή του πολεμοχαρούς υποδιοικητή (Κλάους Πένιτς). Όμως ο πόλεμος δεν έχει τελειώσει και, ενώ η ομάδα βρίσκεται για γύρισμα στους Δελφούς, αντάρτες επιτίθενται στο στρατόπεδο. Η εύθραυστη φιλία μέσω της Τέχνης διαλύεται καθώς οι Γερμανοί ξεκινούν για την πόλη παίρνοντας μαζί τους ως κρατούμενους τους Έλληνες συνεργάτες τους άσχετα αν η όμορφη ηθοποιός που ερμηνεύει την Ιοκάστη έχει γίνει ερωμένη του διοικητή (προκαλώντας τη ζήλια του νεαρού «Οιδίποδα»). Αλήθεια και τραγωδία θα γίνουν σύντομα ένα…

Θα μπορούσε να γυριστεί μια άλλη ταινία για τις συνθήκες που γυρίστηκε αυτή η sui generis ταινία. Αρχικά συμπαραγωγή των Studio DEFA της Ανατολικής Γερμανίας με την εταιρεία Toro στη Δυτική Γερμανία και την εταιρεία του Max Roman στην Ελλάδα, βρέθηκε να κάνει γυρίσματα ενώ η Γερμανία κήρυττε την επανένωσή της. Ουσιαστικά η ταινία κατέληξε με την ολοκλήρωσή της στο κενό της Ιστορίας και πέρασε στη λήθη χωρίς ποτέ να προβληθεί στην Ελλάδα. Κρίμα γιατί αποτελούσε τη μοναδική κινηματογραφική εμφάνιση της Τατιάνας Λύγαρη αλλά και γιατί διέθετε την εμβληματική παρουσία του αείμνηστου Χρήστου Τσάγκα στο ρόλο του ηθοποιού που ενσαρκώνει τον Κρέοντα. Ποτέ δεν είναι αργά όμως…Ή μήπως είναι; Αυτό που αφηγηματικά φάνταζε μοντέρνο και πρωτοποριακό το 1991 σήμερα μοιάζει ελαφρά ξεθυμασμένο και στημένο. Έχουν υπάρξει και άλλες μεταγενέστερες και πιο ολοκληρωμένες μελέτες της σχέσης Ιστορίας και Τέχνης.

Ωστόσο αυτό που κάνει την ταινία να βλέπεται και σήμερα ευχάριστα είναι η ανάλαφρη διάθεση και το πικρό χιούμορ με τα οποία διανθίζει το σχόλιο της για τη δημιουργία τέχνης εν καιρώ πολέμου και για το πώς αυτή επηρεάζει (αν επηρεάζει) τα ιστορικά γεγονότα, για την α λα αδελφοί Ταβιάνι εξιστόρηση του επεισοδιακού γυρίσματος μιας ερασιτεχνικής ταινίας με όλα του τα απρόοπτα και για την υπενθύμιση της λατρείας του αρχαίου ελληνικού πνεύματος αλλά και του γυμνού (ανδρικού) κάλλους που πότε ανομολόγητα πότε σκανδαλωδώς φανερά έτρεφε η Γερμανική διανόηση του μεσοπολέμου.

Το φωτεινό ελληνικό τοπίο της ταινίας, έξοχα φωτογραφημένο, φαντάζει πολύ ειδυλλιακό και γαλήνιο σε σχέση με αυτά που γνωρίζουμε για τη Γερμανική κατοχή όμως η εικόνα αυτή γρήγορα εμπλουτίζεται με αίμα και πτώματα κάνοντας τόσο τους αφελείς καλλιτέχνες ήρωές της όσο και εμάς τους θεατές να προσγειωθούμε απότομα (και μάλλον άτσαλα) στο ιστορικό γίγνεσθαι.  

Με αυτήν την ταινία έκλεισε ένας ολόκληρος κύκλος, τελείωσε μια εθνική κινηματογραφία και ο Ράινερ Ζίμον, ένα από τα πιο «ενοχλητικά» μυαλά της DDR, τα μάζεψε και πήγε στη Λατινική Αμερική όπου οργάνωσε και λειτούργησε κινηματογραφικά εργαστήρια. Αλλά αυτό είναι μια άλλη βιογραφική ταινία που δεν έχει ακόμη γυριστεί. Σήμερα, ο αειθαλής και αξιολάτρευτος κύριος Ζίμον, διδάσκει στην Ανώτατη Σχολή Κινηματογράφου και Τηλεόρασης στο Πότσνταμ-Μπάμπελσμπεργκ, καθώς και στο Μόναχο, ενώ διοργανώνει εργαστήρια για νέους κινηματογραφιστές στον Ισημερινό.

Διανομή: New Star

Στις αίθουσες από 17.03.16