Ο Ζαν Μαρκ Μπαρ στο 58ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης

30 σχεδόν χρόνια μετά το Απέραντο Γαλάζιο, την ταινία που τον έκανε διάσημο, ο 57χρονος πλέον Αμερικανογάλλος star επιστρέφει στην Αμοργό, στον τόπο του «εγκλήματος» για να γίνει αφηγητής στο Dolphin Man του Λευτέρη Χαρίτου, ένα ντοκιμαντέρ για τη ζωή του δύτη Ζακ Μαγιόλ, του ανθρώπου που ενέπνευσε το Απέραντο Γαλάζιο και τον οποίο υποδύθηκε.

Σήμερα ο γοητευτικός ηθοποιός βρίσκεται στη Θεσσαλονίκη ως τιμώμενο πρόσωπο του Φεστιβάλ, με αφορμή το παραπάνω φιλμ αλλά και τον πρωταγωνιστικό του ρόλο στο μαγευτικό φιλμ Σπόρος του Σεμίχ Καπλάνογλου.

Στη συνέντευξη τύπου ο Μπαρ υπογράμμισε το πόσο εύκολα αποδέχτηκε την πρόσκληση του Λευτέρη Χαρίτου να συμμετάσχει στο ντοκιμαντέρ: «Η τεράστια εισπρακτική επιτυχία του Απέραντου γαλάζιου μου προσέφερε τη δυνατότητα να επιλέξω ο ίδιος τον δρόμο που θα ακολουθήσω στο σινεμά, αλλά συγχρόνως, κατά κάποιο τρόπο, επισκίασε την αληθινή περσόνα του Μαγιόλ. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, είναι μεγάλη μου χαρά να συμμετέχω σε ένα πρότζεκτ που επαναφέρει την προσοχή στο πρόσωπο αυτού του σπουδαίου ανθρώπου». Όσον αφορά στην ταινία Σπόρος, ο Μπαρ ανέφερε πως, κατά τη γνώμη του, ο σκηνοθέτης Σεμίχ Καπλάνογλου τον επέλεξε για τον πρωταγωνιστικό ρόλο εξαιτίας του ότι αντιπροσωπεύει ένα σινεμά πλουραλιστικό και πολυπολιτισμικό, ένα σινεμά κατεξοχήν ευρωπαϊκό, το οποίο ξεπερνά τα στενά εθνικά όρια. «Πρωταγωνιστώντας σε ταινίες σκηνοθετών όπως Μπεσόν και Τρίερ, έγινα κομμάτι ενός κινηματογράφου που λειτουργεί ως εναλλακτική στην παντοκρατορία του Χόλιγουντ. Υπό μία έννοια, ο Σπόρος είναι η πρώτη “ανατολίτικη” ευρωπαϊκή μου ταινία», συμπλήρωσε σχετικά. 

Στη συνέχεια, ο Μπαρ μίλησε για την προσωπικότητα του Ζακ Μαγιόλ, τον οποίο επί της ουσίας υποδύθηκε στο Απέραντο γαλάζιο, υπογραμμίζοντας πως πρόκειται για έναν άνθρωπο που βρίσκεται σε πλήρη επαφή με τον πνευματικό του κόσμο και έχει ζήσει τη ζωή του στο έπακρο, επωμιζόμενος παράλληλα τις συνέπειες ενός τέτοιου βίου. Μίλησε επίσης για τις ταινίες που γύρισε ως σκηνοθέτης και για τον πλούτο σκέψης και εμπειριών που αποκόμισε αλλά και για τον αγαπημένο του δημιουργό τον Λαρς Φον Τρίερ και το πόσο τον χαροποίησε η συμμετοχή του στο Nymphomaniac. Εξάλλου όπως διευκρίνισε, αποδέχεται σχεδόν αυτοματοποιημένα κάθε πρόταση συνεργασίας από τον Τρίερ! 

 

Κάνοντας ένα μίνι απολογισμό της καριέρας του, μετά από σχετικές ερωτήσεις, υπογράμμισε πως είχε το προνόμιο να ακολουθήσει τις δικές του επιλογές, οι οποίες του κόστισαν πιθανώς σε χρήμα και δόξα, αλλά τον έκαναν πλουσιότερο σε εμπειρίες και συναισθήματα. «Το κοινό που με αγαπά, το πράττει για τους σωστούς λόγους και όταν στέκομαι μπροστά από την κάμερα, γίνομαι κοινωνός ενός μηνύματος ειλικρίνειας και αλήθειας. Νιώθω προνομιούχος για αυτή τη δυνατότητα, την οποία στερούνται πολλοί συνάδελφοι μου, οι οποίοι επέλεξαν απλώς να πλουτίσουν. Ούτως ή άλλως, έχω ανατραφεί σε ένα περιβάλλον και με έναν τρόπο που με φέρνουν δια βίου σε αντίθετη πλευρά προς οποιαδήποτε άσκηση εξουσίας και ισχύος» ανέφερε σχετικά. 

 

Η συνέντευξη τύπου έκλεισε με τον Μπαρ να απαντά σε ερώτηση για τις διαφορές μεταξύ της αμερικάνικης και της γαλλικής κινηματογραφικής παραγωγής. Αρχικά, ο ίδιος διευκρίνισε πως παρά το ότι είναι κατά το ήμισυ Γάλλος (γεννηθείς στη Γερμανία, από Αμερικάνο πατέρα και Γαλλίδα μητέρα), και μιλάει γαλλικά σε επίπεδο μητρικής γλώσσας, θεωρεί τον εαυτό του λιγότερο Γάλλο και περισσότερο Ευρωπαίο πολίτη. «Οι Γάλλοι υποφέρουν, αν θα μπορούσα να το θέσω έτσι, από ένα κόμπλεξ φαντασιακής ανωτερότητας. Στην Καλιφόρνια, όπου και έζησα τα παιδικά μου χρόνια, αυτό το κόμπλεξ ανωτερότητας είναι ακόμη ισχυρότερο. Επομένως, αμφότερες οι ρίζες μου παίρνουν υπερβολικά στα σοβαρά τον εαυτό τους, γεγονός το οποίο αδυνατώ να δεχτώ. Αναλογιστείτε ότι αντί να πρωταγωνιστήσω στην Ινδοκίνα του Ρεζί Βαρνιέ, επέλεξα το Europa του Τρίερ. Αντί να συμμετάσχω στη Βασίλισσα Μαργκό του Πατρίς Σερό, προτίμησα την κινηματογραφική μεταφορά του βιβλίου του Καμύ Η πανούκλα, από τον Αργεντίνο σκηνοθέτη Λουίς Πουένσο. Ειλικρινά σας μιλώ, είμαι τελείως εκτός του γαλλικού συστήματος παραγωγής ταινιών, το οποίο, ενώ είναι αναμφίβολα φιλικό προς τους σκηνοθέτες, στερείται της δύναμης της αυτοκριτικής και της αληθινής πρόκλησης, υποτασσόμενο σε συγκεκριμένες συναινετικές και συμβιβαστικές νόρμες», κατέληξε ο Μπαρ. 

Ένας star που έρχεται από μια άλλη εποχή του κινηματογράφου αλλά είναι εδώ, είναι ευτυχισμένος με τη ζωή που επέλεξε και δε μασάει τα λόγια του για κάποιους παλιούς φίλους που προτίμησαν το star system του Χόλιγουντ και έγιναν μηχανές παραγωγής χρήματος κενές περιεχομένου και ιδεών. Αυτό το δρόμο που κάποτε του ανοίχτηκε διάπλατα, αρνήθηκε εκ πεποιθήσεως να ακολουθήσει, επιλέγοντας την καλλιτεχνική του ελευθερία.