Napszállta (Sunset) – Δύση Ηλίου

Παραγωγή: Ουγγαρία/Γαλλία – 2018 

Διάρκεια: 142 λεπτά 

Είδος: Δράμα Εποχής 

Βαθμολογία: * * * ½ 

Σκηνοθεσία: László Nemes 

Πρωταγωνιστούν: Juli Jakab, Vlad Ivanov, Evelin Dobos, Marcin Czarnik, Levente Molnár, Julia Jakubowska, Christian Harting, Mihály Kormos, Sándor Zsótér, Dorottya Moldován, Judit Bárdos, Susanne Wuest, Tom Pilath, Enrique Keil, Balázs Czukor, Zsolt Nagy, Urs Rechn. 

Στην Αυστροουγγαρία του 1913 η Βουδαπέστη είναι η δεύτερη, μετά τη Βιέννη, λαμπρότερη πόλη της Αυτοκρατορίας. Εκεί φθάνει και η νεαρή Ιρις Λάιτερ ελπίζοντας να εργαστεί ως καπελού στο θρυλικό πιλοποιείο που φέρει το όνομά της αφού κάποτε ανήκε στους γονείς της. Ένα αριστοκρατικό κέντρο μόδας στην καρδιά της πόλης που είχε καεί παλιότερα, παίρνοντας μαζί του και τους γονείς της Ίρις όταν ακόμη ήταν μωρό. Ο τωρινός ιδιοκτήτης, ο ζάπλουτος και με μεγάλες διασυνδέσεις στο Παλάτι Οσκαρ Μπρίλ, δεν δέχεται να την προσλάβει. Ωστόσο, η Ίρις βρίσκει τη φίρμα σε πυρετό προετοιμασιών για την υποδοχή σημαντικών καλεσμένων και αρνείται να φύγει, επιμένοντας να εργασθεί. Τότε ένας άνδρας της αναφέρει κάποιον Κάλμαν Λάιτερ, για τον οποίο η Ίρις δεν έχει ακούσει ποτέ τίποτε και τον οποίο αρχίζει να αναζητά ως μόνο συνδετικό κρίκο με το χαμένο της παρελθόν. Αυτή η αναζήτηση την οδηγεί μακριά από τα λαμπερά φώτα της πόλης, σε δρόμους σκοτεινούς όπου πλανάται η σήψη ενός πολιτισμού που ετοιμάζεται να βυθιστεί στο χάος.

 

Από τον Γιο του Σαούλ στην κόρη των Λάιτερ κι από το Ναζιστικό εφιάλτη στο τέλος μιας εποχής που έφερε τον όλεθρο στην Ευρώπη, ο μεγαλοφυής Λάζλο Νέμες μας παραδίδει μια ακόμη βερσιόν του ιδιότυπου καλλιτεχνικού του reality ιστορίας, αυτή την φορά ξεφεύγοντας από το ντοκιμαντερίστικο στιλ υπέρ μιας ταινίας εποχής και  μυστηρίου. Είτε εστιάζοντας στο ερευνητικό και μαγνητικό βλέμμα της ηρωίδας του ή κοιτώντας όπως στο Σαούλ πίσω από τον ώμο της το θέαμα του ιστορικού τέλους εποχής που βιώνει μπροστά στα μάτια της, χρησιμοποιεί και πάλι έντονα γκρο πλάνα της ηρωίδας καθώς διασχίζει δρόμους και σαλόνια με το φακό να συλλαμβάνει στο βάθος του πεδίου το ιστορικό γίγνεσθαι. Αυτή τη φορά δε, τα συνδυάζει με προσεγμένη σε κάθε λεπτομέρεια αναπαράσταση της δεύτερης δεκαετίας του 20ου αιώνα που κάνει το φιλμ να θυμίζει κάτι από την Αόρατη Κλωστή. Το ρόλο της οποίας εδώ έχουν τα καπέλα ως σύμβολα δύναμης και πλούτου, ως λάβαρα αυτής της αόρατης ύλης με την οποία υφαίνεται η μοίρα εθνών και πολιτισμών η οποία ωστόσο έχει πάντοτε ημερομηνία λήξης. Ο Νέμες μοιάζει επηρεασμένος από τον πεσιμισμό ιστορικών της εποχής όπως ο Γερμανός Όσβαλντ Σπένγκλερ, επιστημονικό είδωλο των αρχών 20ου αιώνα, χωρίς όμως να ενστερνίζεται και τις ξεπερασμένες σήμερα προκαταλήψεις τους, παραδίδοντας ένα ταραγμένο ιστορικό φρέσκο που ίσως αδικείται από το συχνό πυκνό αφηγηματικό χάος και την έλλειψη εμπάθειας για τους χαρακτήρες.

Μια ακόμη αλλόκοτη ταινία εποχής (όπως και η Ευνοούμενη) μακριά από την αισθητική των άκακων καρτ ποστάλ που δείχνει ότι το σινεμά στην Ευρωπαϊκή Ήπειρο αντιστέκεται στις συνταγές και τις ευκολίες του ψηφιακού υπερθεάματος. Όπως λέει ο ίδιος ο Νέμες «…η αίσθησή μου είναι ότι η σημερινή εμπειρία του να βλέπει κανείς σινεμά είναι πλήρως απογοητευτική και περιορισμένη, καθώς βασίζεται σε μια βιομηχανοποιημένη κινηματογραφική γλώσσα με σκοπό την ευκολία κατανόησης. Οι ταινίες σήμερα αρνούνται να εμπιστευτούν τον θεατή. Ο τρόπος που σκηνοθέτησα την ΔΥΣΗ ΗΛΙΟΥ ίσως παραξενέψει όποιον είναι οπαδός των σημερινών κινηματογραφικών μεθόδων. Θέλησα να επαναφέρω την αίσθηση της περιπετειώδους εμπειρίας  στην κινηματογραφική εμπειρία…να κάνω ένα παιχνίδι αντίληψης, φωτός και σκοταδιού. Έτσι, χτίσαμε σκηνικά σε μια πραγματική πόλη, την Βουδαπέστη, χρησιμοποιήσαμε φιλμ που εκτέθηκε φωτοχημικά και όλα τα εφέ ήταν πραγματικά. Στήσαμε περίπλοκες, χορογραφημένες σκηνές μεγάλης διάρκειας για να ζωντανέψουμε τον κόσμο στην ΔΥΣΗ ΗΛΙΟΥ, έναν κόσμο που μπορεί να γίνει πιστευτός».

Η αίσθηση που αφήνει το φιλμ μετά από 2μιση ιλιγγιώδεις ώρες είναι αυτή ακριβώς, της ανάγλυφης αποτύπωσης του θανάτου ενός πολιτισμού. Και δεν είναι καθόλου ευχάριστη ούτε εύκολη. Πως θα μπορούσε άλλωστε να είναι εύκολη, από τα χέρια ενός βοηθού του θρυλικού Μπέλα Ταρ; Η παγκόσμια κριτική την είδε με αμηχανία, περιοριζόμενη στο βραβείο Fipresci  του Φεστιβάλ Βενετίας. Αυτή όμως η διαχρονική Δύση (όχι ηλίου αλλά πολιτισμού) προορίζεται να αντέξει και να επανανακαλύπτεται στο πέρασμα του χρόνου.   

Διανομή: Filmtrade 

Στις αίθουσες από 28.02.19